Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Από τον Λουτσένα στη Σοβιετική σχολή (Μέρος Γ')





ΒΙΛΕΛΜ ΣΤΑΪΝΙΤΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ή ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ)

Μετά την απόσυρση του Μόρφι από τα σκακιστικά δρώμενα, οι ρομαντικοί σκακιστές κυριάρχησαν και πάλι. Ο Άντερσεν συνέχισε να είναι ο ισχυρότερος όλων. Είναι όμως αλήθεια ότι η εμπειρία του ματς με τον Μόρφι, άλλαξε κάποια πράγματα στο παιχνίδι του, όχι βέβαια σε μεγάλο βαθμό. Όσο προχωρούσαν όμως τα χρόνια εισέβαλαν και κάποια στοιχεία στρατηγικής στο σκάκι του.
Φυσικά άρχισαν να εμφανίζονται και άλλοι, νεαροί, ισχυροί παίχτες. Ένας από τους ισχυρότερους, ήταν ο Γιόχαν Χέρμαν Τσούκερτορτ. Ένας ακόμα ήταν ο Βίλελμ Στάινιτς. Και αυτοί οι νεαροί παίχτες, ακολουθούσαν την ρομαντική παράδοση.

ΒΙΛΕΛΜ ΣΤΑΪΝΙΤΣ

Βίλελμ Στάινιτς
Ο Βίλελμ Στάινιτς γεννήθηκε στις 14 Μαΐου 1836 στην Πράγα και ήταν το ένατο παιδί της οικογένειας ενός ράπτη. Τέσσερα παιδιά μετά από αυτόν πέθαναν πρόωρα κι έτσι ο Βίλελμ ήταν ο «βενιαμίν» της οικογένειας. Ήταν αυστριακής καταγωγής και όταν τελείωσε το σχολείο, περίπου στα 1855, εγκαταστάθηκε στη Βιέννη. Σκάκι είχε μάθει ήδη από τα χρόνια της Πράγας, παρακολουθώντας τον πατέρα του να παίζει. Στη Βιέννη όμως, μια πόλη με τεράστια σκακιστική παράδοση, η οποία είχε αναδείξει ήδη παίχτες όπως οι Φάλμπερκ και Αλγκάγιερ (γνωστοί και για τα γκαμπί που φέρουν τα ονόματα τους) το πάθος του νεαρού για το σκάκι φούντωσε. Για χάρη του παιχνιδιού, εγκατέλειψε την ανώτατη πολυτεχνική σχολή της Βιέννης, από την οποία θα έπαιρνε το δίπλωμα του μηχανικού, κάτι που θα του εξασφάλιζε ασφαλώς μια καλύτερη (οικονομικά) ζωή, απ’ αυτήν του άπορου σκακιστή που παίζει παρτίδες με στοίχημα στα καφενεία προκειμένου να βιοποριστεί. Ο πρώτος επίσημος παγκόσμιος πρωταθλητής, ο θεμελιωτής του σύγχρονου παιχνιδιού (ο Κασπάροβ είπε γι’ αυτόν: «Η σύγχρονη εποχή στο σκάκι ξεκίνησε από τον Στάινιτς») έζησε και πέθανε πάμπτωχος.
Αφότου αφοσιώθηκε αποκλειστικά στο σκάκι, η εξέλιξη του ήταν ραγδαία και δεν άργησε να γίνει ο πρωταθλητής της πόλης. Αμέσως μετά άρχισε να λαμβάνει μέρος και στα διεθνή τουρνουά.
Ο τρόπος παιχνιδιού του, αυτά τα πρώτα χρόνια, δεν διέφερε καθόλου από τον τρόπο παιχνιδιού ενός ρομαντικού. Ο ιδρυτής της στρατηγικής σχολής, υπήρξε στα νιάτα του ένας ρομαντικός! Ήταν μάλιστα τέτοια η έφεση του στο επιθετικό παιχνίδι, τους δαιδαλώδης συνδυασμούς και τις θυσίες, που ο Άγγλος μετρ Ουόκερ του έδωσε το προσωνύμιο «σύγχρονος Καλαβρέζος». «Καλαβρέζο» φώναζαν όλοι στην εποχή του τον θρυλικό Ιταλό σκακιστή Γιοακίνο Γκρέκο, ο οποίος ήταν στην εποχή του εκ των κορυφαίων (αν όχι ο κορυφαίος) στον κόσμο και μαζί με τους συγχρόνους του Ιταλούς σκακιστές (Πάολο Μπόι, Λεονάρντο, Πολέριο) υπήρξαν εκ των ιδρυτών της ρομαντικής και προπομποί της ιταλικής σχολής της Μόντενα.
Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι το στυλ του Στάινιτς στην αρχή της σκακιστικής του καριέρας ήταν μέσα στο πνεύμα της εποχής, καθαρά ρομαντικό.
Η κρίσιμη καμπή και η αλλαγή στο παιχνίδι του, έρχεται αρκετά χρόνια αργότερα, στα 1873. Πώς φτάσαμε όμως ως εκεί;
Ο Στάινιτς άρχισε κάποια στιγμή να προβληματίζεται βαθύτερα γύρω από το παιχνίδι. Τον Μόρφυ δεν τον είχε δει να παίζει, αλλά ήξερε τις παρτίδες του με τον Άντερσεν καθώς και το αποτέλεσμα αυτής της αναμέτρησης. Βλέποντας τον Άντερσεν ζωντανά να παίζει, και πολύ περισσότερο παίζοντας παρτίδες μαζί του (αν δεν κάνω λάθος υπάρχουν 23 επίσημες παρτίδες μεταξύ τους, όπου δεν υπάρχει καμιά ισοπαλία. 12 νίκες έχει ο Στάινιτς και 11 ο Άντερσεν) απόρησε πώς είναι δυνατόν, αυτός ο τεράστιος παίχτης να έχασε έτσι εύκολα από τον Μόρφυ. Άρχισε να αναλύει τις παρτίδες τους. Προχώρησε παραπέρα. Προσπάθησε να αναλύσει όλες τις προϋπάρχουσες παρτίδες. Άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι το παιχνίδι διέπεται από βαθύτερους νόμους. Προσπάθησε να τους κατανοήσει, να τους ορίσει και ακολούθως να τους εφαρμόσει στο παιχνίδι του, ώστε να τους ελέγξει εμπειρικά.
Στα 1873 είναι πλέον εμφανή τα σημάδια στην αλλαγή τρόπου παιχνιδιού. Ένα καλό παράδειγμα, όπου φαίνεται αυτό, είναι η παρτίδα Ρόζενταλ – Στάινιτς, παιγμένη το 1873 στη Βιέννη. Ο Στάινιτς αρχικά σταματά τις πρώιμες επιχειρήσεις του Ρόζενταλ και ακολούθως αξιοποιεί με πολύ ωραίο τρόπο το στρατηγικό του πλεονέκτημα (ζεύγος αξιωματικών). 



Πέρα από τις παρτίδες του όμως, αρχίζει να συγγράφει και να διατυπώνει τις ιδέες του. Οι κύριοι άξονες, που πάνω τους στηρίχτηκε το οικοδόμημα της κλασικής σχολής και συνακόλουθα το σύγχρονο σκάκι ήταν οι εξής:

ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΜΥΝΑ: Ο Στάινιτς κατάλαβε πολύ νωρίς ότι ο λόγος που πετύχαιναν οι επιθέσεις των ρομαντικών ήταν πολύ απλά ότι η αμυντική τεχνική ήταν ανύπαρκτη. Και ακριβώς επειδή ο Μόρφυ οικοδομούσε την θέση του πριν οποιαδήποτε επιθετική επιχείρηση, εναντίον του οι επιθέσεις των ρομαντικών αποτύγχαναν.

ΠΙΟΝΟΔΟΜΗ: Ο Αυστριακός πρωταθλητής, συνεχίζοντας από κει που σταμάτησε ο Φιλιντόρ («τα πιόνια είναι η ψυχή της παρτίδας») κατανόησε ότι η θέση ορίζεται από την δομή των πιονιών. Ο χαρακτήρας της (κλειστός, ανοικτός, ημιανοικτός) έχει να κάνει με την πιονοδομή. Έγινε φανερό ότι οι κινήσεις των πιονιών είναι οι πλέον δεσμευτικές από όλες. Ένα οποιοδήποτε άλλο κομμάτι μπορεί να προωθηθεί για να επιτελέσει μια λειτουργία και στην συνέχεια να ανακληθεί στην άμυνα αν κριθεί απαραίτητο. Το πιόνι όμως κινείται μόνο προς τα εμπρός. Δεν μπορεί να επιστρέψει. Με κάθε κίνηση, κερδίζει χώρο για την παράταξη του, αλλά ταυτόχρονα αφήνει πίσω του τετράγωνα που δεν μπορεί να τα ελέγξει πια, αμετάκλητα. Γι’ αυτό και οι προωθήσεις των πιονιών είναι απόλυτα δεσμευτικές για τον παίχτη και επομένως πρέπει να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικός. Ταυτόχρονα κατανόησε ότι η πιονοδομή μιας παράταξης θα πρέπει να είναι τέτοια που να μην έχει αδυναμίες, όσο τω δυνατόν. Ως τέτοιες όρισε το απομονωμένο πιόνι (αργότερα βέβαια ο Τάρρας, συνεχιστής του Στάινιτς και ένας από τους βασικότερους θεωρητικούς της κλασικής σχολής, κατέδειξε ότι το απομονωμένο πιόνι έχει και πλεονεκτήματα, οπότε η μάχη γύρω απ’ αυτό είναι να καταφέρει η πλευρά που το έχει να αναδείξει τα πλεονεκτήματα του, την ώρα που η αντίπαλη θα προσπαθεί να επωφεληθεί από τις αδυναμίες του), το καθυστερημένο πιόνι, τα διπλωμένα πιόνια κτλ.
Επίσης κατανόησε ότι το κέντρο ήταν το σημαντικότερο σημείο της μάχης – ιδίως κατά το άνοιγμα- και οι προωθήσεις των πιονιών θα έπρεπε να στοχεύουν στον έλεγχο του.

ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΜΙΚΡΩΝ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΕΠΙΘΕΣΗ: Ο  Στάινιτς έφτασε γρήγορα στο συμπέρασμα, ότι με σωστό παιχνίδι, απέναντι σε ισχυρό αντίπαλο, ο οποίος έχει οικοδομήσει την θέση του, μια θυελλώδης «ρομαντική» επίθεση, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Προσπάθησε λοιπόν, να ανακαλύψει και να ορίσει τις προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να συντρέχουν, ώστε να επιτεθεί με επιτυχία μια παράταξη.
Το πρώτο, βασικό και απλό συμπέρασμα του Στάινιτς ήταν το εξής: "Επίθεση πρέπει να γίνεται μόνο όταν υπάρχει πλεονέκτημα. Υποχρέωση επίθεσης έχει η πλευρά με το πλεονέκτημα, διότι αν αναβάλει την επίθεση, κινδυνεύει να χάσει το πλεονέκτημα".
Αυτό το όρισε ως «αιτιολογημένη επίθεση».
Φυσικά δεν μπορεί πάντα σε μια παρτίδα να αποκτάει μια παράταξη νικηφόρο πλεονέκτημα. Αυτό θα σήμαινε χοντρό λάθος από την πλευρά του αντιπάλου. Έτσι ο Στάινιτς, κατέληξε στην έννοια της «συσσώρευσης μικρών πλεονεκτημάτων». Ο βασικός στόχος ενός παίχτη πρέπει να είναι η απόκτηση μικρών πλεονεκτημάτων και η κατά το δυνατόν αποφυγή αδυναμιών στην δική του πλευρά. Εμφανίζεται μια κρίσιμη στιγμή στην παρτίδα, όπου το «άθροισμα» αυτών των πλεονεκτημάτων είναι τέτοιο που δικαιολογεί μια επίθεση. Και πάλι όμως αυτή η επίθεση πρέπει να στοχεύει στο πιο αδύνατο σημείο της αντίπαλης παράταξης.

ΟΙ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΜΒΑΔΙΖΟΥΝ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ: Μια εύστοχη και πολύ κρίσιμη παρατήρηση του Στάινιτς, η οποία εισάγει στην επιστημονική αντιμετώπιση του παιχνιδιού. Δηλώνει ότι πάνω στη σκακιέρα, σε κάθε θέση, υπάρχει μια αντικειμενική αλήθεια, ανεξάρτητη από την επιθυμία του παίχτη. Θα πρέπει με αντικειμενικό τρόπο (και ανεξάρτητα από την επιθυμία του) ο παίχτης να κατανοήσει τη θέση, τα μυστικά της και τις απαιτήσεις της και ακολούθως να επιλέξει τις κινήσεις του με βάση τη θέση και όχι τις επιθυμίες του.

Ο Στάινιτς τόνιζε όλα αυτά τα θέματα στα γραπτά του. Έγραφε στις σκακιστικές στήλες των Λονδρέζικων εφημερίδων The field και Figaro, όπως και στις Νεοϋορκέζικες New York herald και New York tribune. Υπήρξε επίσης εκδότης του σκακιστικού περιοδικού International Chess Magazine από το 1885 ως το 1891. Το 1889 εξέδωσε το σύγγραμμα του «Σύγχρονος Σκακιστικός Οδηγός». Παράλληλα προσπαθούσε να καταδείξει την ορθότητα των ιδεών του, αλλά και να τις ελέγξει και ο ίδιος, χρησιμοποιώντας τις στις παρτίδες του. Προσέφερε επίσης σε βαριάντες συγκεκριμένων ανοιγμάτων, ενώ οι περισσότεροι νέοι σκακιστές, άρχισαν να δημιουργούν έναν κύκλο γύρω του, ασπαζόμενοι τις ιδέες του, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η «Κλασική Σχολή».

Ήδη το παιχνίδι του Στάινιτς έχει αρχίσει να ξεφεύγει από αυτό των συγχρόνων του. Το γεγονός αποτυπώνεται καθαρά στην αναμέτρηση με τον Μπλάκμπερν, που έλαβε χώρα στα 1876. Ο Στάινιτς επικρατεί με το εντυπωσιακό 7-0! Είναι φανερό πια ότι είναι πολύ μπροστά. Εφαρμόζοντας τις θεωρίες του, τις οποίες οι παλιοί ρομαντικοί μετρ δεν κατανοούσαν ή δεν ήθελαν να κατανοήσουν, έπαιζε σκάκι πολύ μπροστά από την εποχή του. Ειδικεύθηκε στους ελιγμούς πίσω από τις γραμμές, προσπαθώντας να βρει για κάθε κομμάτι την καλύτερη θέση, βελτιώνοντας σιγά σιγά όλη τη θέση συνολικά. Αργότερα ο Τάρρας θα πει: «Αν ακόμα και ένα κομμάτι είναι τοποθετημένο άσχημα, όλη η θέση είναι άσχημη». Η κλασική σχολή στήνει στέρεα τις βάσεις του παιχνιδιού θέσεων.

Ο Στάινιτς το 1883 μεταναστεύει στις ΗΠΑ και παίρνει την αμερικάνικη υπηκοότητα. Το 1886 γίνεται ο πρώτος επίσημος παγκόσμιος πρωταθλητής, επικρατώντας του Τσούκερτορτ. Υπερασπίζει τον τίτλο του εναντίον του Τσιγκόριν μέχρι το 1894, οπότε εκθρονίζεται από τον Λάσκερ.
Πεθαίνει στις 12 Αυγούστου 1900, σε ένα άσυλο στην Νέα Υόρκη, αφού πριν είχε καταρρεύσει πνευματικά.
Αφήνει πίσω του μια τεράστια κληρονομιά. Το σκάκι μετά απ’ αυτόν, πολύ απλά είναι ένα άλλο παιχνίδι.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Μπόμπι Φίσερ, πολλά χρόνια αργότερα:
«Στο σκάκι υπήρξαν δύο μονάχα πραγματικές μεγαλοφυΐες. Ο άλλος ήταν ο Στάινιτς». (Αν και νομίζω αυτή η δήλωση είναι περισσότερο χαρακτηριστική για τον ίδιο το Φίσερ).
ΟΙ ΣΥΝΕΧΙΣΤΕΣ
Μια ολόκληρη στρατιά κορυφαίων σκακιστών ακολούθησε και επεξέτεινε τις θεωρίες του πρώτου παγκόσμιου πρωταθλητή, δημιουργώντας την παράδοση της Κλασικής Στρατηγικής Σχολής.
Εμμάνουελ Λάσκερ
Ο 2ος , ο 3Ος και ο 4ος παγκόσμιος πρωταθλητής (Λάσκερ, Καπαμπλάνκα και Αλιέχιν αντίστοιχα), οι «βασιλιάδες δίχως στέμμα» Τάρρας και Ρουμπινστάιν, καθώς και πλειάδα άλλων κορυφαίων σκακιστών της εποχής  (Πίλσμπερι, Σλέχτερ, Μαρότσι, Μάρσαλ κ.ά.) άνηκαν ή ακολούθησαν την παράδοση της κλασικής σχολής, ενώ πολλοί από αυτούς πήγαν ένα βήμα παραπέρα τις θεωρίες του Στάινιτς είτε με τα γραπτά τους, είτε με το παιχνίδι τους, είτε και με τα δύο (οι περισσότεροι).
Τεράστια είναι η θεωρητική και πρακτική συμβολή του Τάρρας σε όλο το φάσμα του παιχνιδιού θέσεων και κυρίως στην ανάλυση βαριαντών συγκεκριμένων ανοιγμάτων.
Ζίγκμπερτ Τάρρας
Ο Λάσκερ από την άλλη επέμεινε στην ασυμμετρία (στοιχείο που αποτέλεσε αργότερα βασικό στοιχείο των αναλύσεων της Σοβιετικής σχολής) και  στη σημασία της ψυχολογίας. Ο Καπαμπλάνκα προσέφερε καινοτομίες στην στρατηγική θεωρία, εισάγοντας και αναλύοντας νέες έννοιες όπως οι «νησίδες πιονιών» και η «επίθεση μειονότητος». Με το παιχνίδι του δε, έφτασε την «καθαρότητα των ιδεών στο μέσο» στο απόγειο της (στοιχείο που υπήρχε και στον Ρουμπινστάιν) σε τέτοιο βαθμό που μετά από αυτόν, μόνο –τολμώ να πω- στο παιχνίδι του Φίσερ συναντάμε κάτι ανάλογο. (Κάποιος σκακιστής – δεν θυμάμαι τώρα ποιος – είχε πει για τον Φίσερ όταν ήταν ακόμα νεαρός πώς «Όταν τον βλέπω να παίζει στο μέσον, έχω την αίσθηση ότι αναστήθηκε ο Καπαμπλάνκα»). Ο Ρουμπινστάιν έφτασε στο απόγειο της την τεχνική των φινάλε, στοιχείο το οποίο σε τέτοιο βαθμό μόνο στο Κάρποβ εμφανίζεται μετέπειτα.
Τέλος ο Αλιέχιν τόνισε τα δυναμικά στοιχεία στις κλειστές θέσεις και την σημασία της πρωτοβουλίας, ενώ η τακτική του δεινότητα ήταν τέτοια που σε αντίστοιχο βαθμό απαντάτε μετέπειτα στους Ταλ και Κασπάροβ.

Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα
Το πόσο άλλαξε το παιχνίδι η κλασική σχολή, νομίζω δε χρειάζεται ιδιαίτερη μνεία. Το παιχνίδι θέσεων απέκτησε την πρωτοκαθεδρία, νέες στρατηγικές έννοιες έκαναν την εμφάνιση τους, ο παλιός τρόπος παιχνιδιού εγκαταλείφθηκε και μαζί του πολλά από τα ανοίγματα των ρομαντικών, όπως το γκαμπί του βασιλιά και η ιταλική παρτίδα πχ.
Τα ανοίγματα που κερδίζουν τώρα έδαφος, είναι κυρίως το γκαμπί της βασίλισσας και η Ισπανική παρτίδα (άνοιγμα Ρουί Λοπέζ). Επίσης η Σικελική   άμυνα αρχίζει σιγά σιγά να κερδίζει έδαφος, αλλά η έκρηξη σε αυτήν, καθώς και σε όλα τα ανοίγματα που προκρίνουν από νωρίς την ασυμμετρία (πχ Ινδικά συστήματα) θα έρθει αρχικά με τους υπερμοντέρνους οι οποίοι φέρνουν μια γενική αύρα νέων ιδεών και κυρίως με την Σοβιετική σχολή η οποία και συστηματοποίησε τις εξαιρέσεις, δίνοντας μεγάλη έμφαση στην ασυμμετρία.
Αλλά για τους υπερμοντέρνους και την Σοβιετική σχολή, θα μιλήσουμε στα επόμενα μέρη.

(συνεχίζεται)









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου